Είδαμε τους Υ Π Ν Ο Β Α Τ Ε Σ από την ομάδα «Εν Δυνάμει» σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου
Είδαμε τους Υ Π Ν Ο Β Α Τ Ε Σ από την ομάδα «Εν Δυνάμει» σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου
Κεντρική Σκηνή Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά
Περιλαμβάνονται σκηνές γυμνού.
Υποχρεωτική η συνοδεία ενήλικα για άτομα ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Η παράσταση παρουσιάζεται με υπέρτιτλους στην ελληνική γλώσσα.
Υπό την αίγλη του παλιού καλού Θεάτρου και την κλασική σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά φιλοξενήθηκε η ομάδα «Εν δυνάμει», σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου. Μετά την άρτια εξυπηρέτηση κι οργάνωση του προσωπικού στο χώρο, μόλις αφομοιωθείς με την αρένα, με το που ανοίξει με δέος η ψηλοκούρτινη-μπορντό αυλαία, «ξυπνάς απότομα». Η έναρξη είναι ορμητική. Άκρως βοηθητικοί, οι μεριμνητικοί υπέρτιτλοι, οι οποίοι σε κάποια σημεία, δεν συμβάδιζαν με την σκηνή. Να τονισθεί ο πολύ άρτιος φωτισμός της σκηνής. Από την 8η σειρά στην οποία απολάμβανα την παράσταση, παρατηρούσα κάποιους θεατές στους εξώστες να δυσκολεύονται, κυρίως στη δεξιά πλευρά, καθότι η παράσταση καλύπτει όλο το εύρος της σκηνής, με αποτέλεσμα να σκύβουν τακτικά. Άνετη σκηνογραφία εκμεταλλευόμενη στο έπακρο κάθε εκατοστού της σκηνής. Το πλήθος των ατόμων που παρελαύνουν είναι καθηλωτικό. Συμπεριλαμβανομένης των ατόμων με ιδιαίτερα ταλέντα. Είναι υπέροχο και συγκινητικό να βλέπεις πόσο ωμό, γλαφυρό κι άμεσο, είναι το υποκριτικό τους ταλέντο. Η χαρά και η θέληση, τόσο διαπεραστική μέσω τον διαλόγων, με γλυκές χιουμοριστικές γεύσεις, διοχετευμένες απ’ την ονειρική παράνοια. Μια κολεκτίβα ηθοποιών, άκρως δεμένη κι αυτό αποτυπώνεται και περνάει στο κοινό. Μπράβο στην ηθοποιό που έδωσε το παρόν με το σπασμένο χέρι και στους συναδέλφους που την υποστήριξαν.
Η παράσταση σε αφήνει με το ερωτηματικό «Είναι όνειρο ή είναι εφιάλτης;».
Τί είναι αλήθεια και τί ψέμα; Πού αρχίζει και πού τελειώνει το όνειρο;
Πού αρχίζει και που τελειώνει η ζωή; Μήπως κάθε φορά που κοιμόμαστε πεθαίνουμε κι από λίγο; Ή μήπως όταν δεν κάνουμε τα όνειρα μας πράξη; Μήπως βιώνουμε τον θάνατο και εν ζωή; Ή μήπως όταν συνειδητοποιούμε τον θάνατο τελειώνει τ’ονειρο;
Η παράσταση είναι ένα οπτικό υπερθέαμα. Το πλήθος των ηθοποιών σε δυσκολεύει ενίοτε να εστιάσεις και σε κάποια σημεία κι είναι ταραχώδης. Η επιλογή των ρούχων πιτζάμες, νεγκλιζέ κλπ (ρούχα ύπνου ολίγοις), αρκετά έξυπνη, για την αποτύπωση του ονειρικού και την γύμνια μας απέναντι στα προεόρτια του θανάτου. Τα ονειρικά χρώματα, ροζ, κρεμ, σομόν, γαλάζιο κλπ. σε αντιπαραβολή με το μπλε πάτωμα του νοσοκομείου καθώς και του ροζ υψωμένου τοίχου, αφομοίωναν την εικόνα τον ηθοποιών. Δημιουργώντας μια ονειρική μουντίλα, με σουρεαλ συνεχή ασυνάρτητη ροή, όπως στο υποσυνείδητο ή ασυνείδητο, ασυνάρτητο συνειρμό. Πετυχαίνοντας τους νοηματικούς στόχους, αλλά όχι τους σκηνικούς. Σουρεαλιστική υπερβολικότητα σε όλο της το μεγαλείο. Το ύφος της παράστασης είναι ένα μουσικο-χορευτικό υπερθέαμα.
Η παράσταση αυτή, άφηνε την αίσθηση σαν ένα πολυσέλιδο ποίημα 110’ λεπτών. Νεωτεριστικό θέατρο του αλλοπρόσαλλου ο ύπνος και ο θάνατος. Ένα ονειρικό πανηγύρι. Αιώνια αγάπη ή αιώνια μάχη;
Όποιος θέλει να την δει πρέπει να κάνει βουτιά στο κενό. Διότι είναι το υπερβατικό υπερθέαμα. Η γεφύρωση του φυσιολογικού με το μη φυσιολογικό ακριβώς όπως στον ύπνο μας. Σε πολλά σημεία χορωδιακό. Άλλοτε σαν πολυφωνικό τρομακτικό τραγούδι, άλλοτε σαν χορός από τραγωδία κι άλλοτε σαν νανουριστική πληγή. Υπάρχει έντονη εναλλαγή του γαλήνιου διερωτικού-προσωπικού και του συλλογικού παραλόγου. Μίξη παρανοϊκών κι αληθινών στοιχείων μεταξύ ύπνου και συνειδητότητας.
Σκηνογραφική ευρηματικότητα: Ο χορός που κάνανε σε πολλές σκηνές τα φορεία μετακινούμενα από τους ηθοποιούς, τα οποία εξυπηρετούσαν ενεργά την πλοκή και φάνταζαν σαν φτερά ή πέταλα από λουλούδια. Τακτικές κινήσεις απεικόνισης σχεδίων με τα χέρια, αφήγηση εσωτερικών μονολόγων μέσω του τηλεφώνου. Η χρήση του ασανσέρ για την αλλαγή σκηνής. Οπτικά εφέ πάνω στους ηθοποιούς. Η θερμοκητίδα-φέρετρο.
Peak σοκαριστικές σκηνές: Στην αρχή της παράστασης το ξεπέτσιασμα – «ξεφλούδισμα» του νεκρού κοριτσιού, με την ρητορική ομοφωνία του τραγουδιού.
Η θερμοκοιτίδα με τα χέρια του μωρού. Απλώς Υπέροχο.
Οι πεταλούδες, στη γέννα του νεαρού- χάρμα οφθαλμών. Εξαιρετική ερμηνεία. Η συγκριμένη σκηνή είναι σαν να διασαφήνιζε, πως η παράσταση, έτρεχε σε δύο χρόνους. Στις πεταλούδες, ζεσταινόταν ακόμα.
Η σκηνή με τον καρδιακό ρυθμό, δήλωνε την ξεκάθαρη μετάβαση από το όνειρο στον θάνατο.
1η Κορωνίδα της παράστασης, η κοπέλα με το αμαξίδιο. Συνολικά τέσσερα άτομα επί σκηνής με τόσο αληθοφανείς διαλόγους, βγαλμένους από την πραγματικότητα. Η περιέργεια της αναπηρίας που ζητά να βιώσει το φυσιολογικό στον θάνατο, «θα ήθελε να πεθάνει όρθια». Σιωπή στο ακροατήριο. Μέχρι να βάλει το κόκκινο φουστάνι, όπου «σκότωσε το καροτσάκι» και φίλησε το ασπρόμαυρο panda. Επιτέλους λίγο χρώμα! Λίγο πάθος και ζωή! Μαγικό οπτικά επί σκηνής. Αυτό κι αν ήταν οπτικό υπερθέαμα και υποκριτικό. Εδώ η παράσταση ψήθηκε.
2η κορωνίδα της παράστασης, η μετάβαση από το πλήθος του ονείρου στην μετάβαση του μοναχικού θανάτου. Από το σύνολο πήγαμε στην μονάδα. Στην μοναξιά. Πρώτη φορά μετά την παρέλαση πλήθους ηθοποιών έχουμε στην σκηνή μόνο δύο χαρακτήρες. Ο άνθρωπος με τον θάνατο. Ελισσόμενος προσπαθούσε να του κρυφτεί. Διερωτώμενος ποιος ήταν τελικά ο επισκέπτης, ζητούσε την,
«Μαμά».
Η απεικόνιση του θανάτου ενός φλοραλ προσωπείο-φορεμένου καλόγουστου Χάρου. Η μαμά, ακόμα και στον θάνατο. Το οξύμωρο. Αυτή που μας έδωσε ζωή. Και την ζητάμε και στον χαμό μας και στον δικό της.
Ο υπνοβάτης πριν πεθάνει, θέλει να ξυπνήσει στην αλήθεια.
Να την πει.
Δεν είναι ο φόβος ότι θα πεθάνει η μάνα. Αλλά ότι θα γίνεις μάνα του εαυτού σου και θα πεθάνεις κι εσύ.
Η θερμοκοιτίδα πλέον, γίνεται φέρετρο. Ο κύκλος κλείνει. Από μωρό στο χώμα.
Από την θερμοκοιτίδα με το μωρό, η μητέρα καταλήγει στην θερμοκοιτίδα φέρετρο. Αφού την έσυρε σαν τον Ιησού, σαν Γολγοθά πάνω της, με όλα τις αμαρτίες. Η σκηνή αυτή, με άγγιξε βαθιά και λύγισα. Δάκρυσα.
Κι εξού, η μετάβαση στον Θεό. Όπου όλα τα ερωτήματα ξεκινούν από τον εαυτό, πάνε στον συνάνθρωπο και μετά στον δημιουργό. Η χορωδία όταν μιλούσαν για τον θεό, ήταν σαν ένα μεγάλο εκκλησιαστικό όργανο επί σκηνής. Ακριβώς όπως ο χωρός στο αρχαίο δράμα. Άλλωστε επρόκειτο για τραγωδία.
Κλείνοντας με την σκηνή διαπραγμάτευσης με το αδιαπραγμάτευτο. Το αναπόφευκτο. Το αλισβερίσι με τον θάνατο, δεν οδηγεί πουθενά.
Το αμετάβατο, στο άβατο.
Οι υπνοβάτες που φοβούνται να ξυπνήσουν, ότι θα πεθάνουν, γίνονται οι υπνοβάτες του θανάτου.
Φανφαρονίστικο υπερρεαλιστικό ρίγος.
Ένας ένας, οι υπνοβάτες κουβαλούσαν κάτι αγαπημένο προς τον μαυροπόταμο.
«Στο ασανσέρ» θα πάμε όλοι. Τώρα Υπόγειο ή Ρετιρέ, θα δείξει.
Δυσκολίες της παράστασης: Συγχρονισμός υπέρτιτλων με τους διαλόγους, αρκετά σαρδάμ, τεχνικά προβλήματα ήχου- χανόταν ο ήχος στα μικρόφωνα, λάθη στην άρθρωση. Χρώμα ρούχων μουντό. Έπιασα τον εαυτό μου ν’ αποζητά σκηνές όπως με την ζάχαρη και το λουκουμά. Η απουσία κεντρικού χαρακτήρα με το πλήθος χαρακτήρων δημιουργούσε δυσκολία εστίασης.
Ωστόσο τα άνωθι, δεν περιόρισαν κανέναν να χειροκροτήσει όρθιος.
https://www.more.com/theater/ypnobates-omada-en-dynamei/